Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

Εξορυκτικές δραστηριότητες, ανάπτυξη και τοπικές κοινωνίες

Ρένα Κλαμπατσέα 

Αναδημοσίευση από http://oikotrives.gr/, 31 Μαρτίου  2013

Ο ορυκτός πλούτος θεωρήθηκε στο παρελθόν και συνεχίζει έως σήµερα –σε πολλές περιπτώσεις– να θεωρείται «προνόµιο» και «ευλογία» ενός τόπου. Σύγχρονες τοπικές κοινωνίες συχνά διαφοροποιούνται, προβάλλοντας σειρά λόγων – κυρίως περιβαλλοντικών. Η τοπικότητα σε αντίστιξη µε την εθνική εµβέλεια και την παγκόσµια αγορά επαναπροσδιορίζεται υπό το πρίσµα της διαχείρισης των φυσικών πόρων και εν γένει του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και της αξιοποίησης των ανθρώπινων πόρων. Η «ανωριµότητα» των τοπικών κοινωνιών και η «όψιµη» σωτηρία «εκ των άνω» ή «εκ των έξω» αναδεικνύονται όλο και συχνότερα σε βασικά επιχειρήµατα, συνηγορώντας αντιστοίχως στις διαφορετικές απόψεις του τρόπου διαχείρισης / αξιοποίησης / εκµετάλλευσης του ορυκτού πλούτου των περιοχών αυτών. Η «αναπτυξιακή» προοπτική τέτοιων περιοχών µοιάζει να αντιστρατεύεται στη διατήρηση των τοπικών χαρακτηριστικών τους, της διαµορφωµένης «ταυτότητάς τους», επικαλούµενη το εθνικό συµφέρον.

Συχνά αναδύονται «αναπτυξιακά» διλήµµατα εγκλωβισµένα σε ένα φάσµα «αντίπαλων» εναλλακτικών προτάσεων που κινούνται µεταξύ της «σωτήριας οικονοµικά επένδυσης για εξορυκτικές δραστηριότητες» που εξασφαλίζει θέσεις εργασίας και της προστασίας των φυσικών πόρων, του τοπίου και των λοιπών χαρακτηριστικών της περιοχής σχετικού επενδυτικού ενδιαφέροντος. Μέθοδοι και τεχνικές αξιολόγησης της επικρατέστερης πρότασης επιστρατεύονται για να αποδείξουν το «σωτήριο» ή το «καταστροφικό» αποτέλεσµα του σχετικού εγχειρήµατος. Ο ισχύων και ο υπό µεταρρύθµιση χωρικός σχεδιασµός φαίνεται ότι προτάσσει την «επιχειρηµατική» διάσταση του θέµατος. Οι θεσµοθετηµένες διαδικασίες fast track για την «επιτάχυνση και διαφάνεια υλοποίησης στρατηγικών επενδύσεων» λειτουργούν στην κατεύθυνση της παράκαµψης εµποδίων περιβαλλοντικού και κοινωνικού χαρακτήρα που αναδεικνύουν συχνά πρωτοβουλίες και συλλογικότητες.
Ο ορυκτός πλούτος ως εφήµερο τοπικό προνόµιο
Το «προνόµιο» περιοχών υπό την έννοια της ύπαρξης ενός φυσικού πόρου δυνάµει αξιοποιήσιµου/εκµεταλλεύσιµου, έχει απασχολήσει επί δεκαετίες το διάλογο περί «ανάπτυξης» σε διεθνές επίπεδο, από τα βρετανικά ανθρακωρυχεία του ’60, έως το πόνηµα του Δ. Μπάτση, από το Λαύριο και το Μαντούδι του ’80 έως τη σύγχρονη Rosia Montana, την Γκιώνα, την Οίτη και τη Χαλκιδική. Η µονοδιάστατη εξάρτηση από την εξορυκτική δραστηριότητα και τον τοπικό πόρο-«προνόµιο» έχει καταλήξει, σε πολλές περιπτώσεις, σε τροχοπέδη µιας βιώσιµης και κοινωνικά δίκαιης αναπτυξιακής προοπτικής τέτοιων «ευλογηµένων» τόπων. Το αρχικό «προνόµιο» / τοπικό συγκριτικό πλεονέκτηµα µετατράπηκε σε καταλυτικό µοχλό «αναπτυξιακής παθογένειας» περιοχών, ειδικά δε στις περιπτώσεις που η εξορυκτική δραστηριότητα απορρόφησε µεγάλο τµήµα του δυναµικού των λοιπών παραγωγικών ασχολιών. Η χαρακτηριστική περίπτωση του Μαντουδίου µε ποσοστό ανεργίας άνω του 70% το 2000 µετά την παύση εξόρυξης του λευκολίθου, συνηγορεί στις δραµατικές συνέπειες που προκύπτουν από την εξασφάλιση προσωρινών θέσεων εργασίας που µακροπρόθεσµα όµως, όπως έχει αποδειχθεί, λειτουργούν ανασταλτικά στη δηµιουργία µονιµότερων και περισσότερων, υποθηκεύοντας την οποιαδήποτε κοινωνική απόδοση από την αξιοποίηση των φυσικών πόρων.

Κινηματικές και θεσμικές «περιφράξεις»: για την προάσπιση της δημόσιας γης

Κωστής Χατζημιχάλης
Ομότιμος καθηγητής Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Αθηνών
Απόσπασμα από το τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου του Κωστή Χατζημιχάλη «Κρίση χρέους και υφαρπαγή γης» (2014, ΚΨμ).

Αναδημοσίευση από : http://oikotrives.gr/, Ιούνιος 14, 2015

Είναι προφανές ότι η απεξάρτηση από τα μνημόνια, η επαναδιαπραγμάτευση για το δημόσιο χρέος και οι ριζικές αλλαγές στους κατάπτυστους νόμους αποτελούν προϋποθέσεις για να απαντηθεί το ερώτημα «τι κάνουμε με τη γη», οι απαντήσεις στο οποίο θα συναντήσουν λυσσαλέες αντιδράσεις. Όμως οι σημαντικότερες δυσκολίες βρίσκονται αλλού. […]

[Μία από τις κατηγορίες δυσκολιών] αναφέρεται στην τάση της αριστεράς να ταυτίζει τη δημόσια-κρατική γη με την κοινή γη, η οποία, ως κτήση και ως χρήση, ανήκει στους πολίτες. Οι υφαρπαγές της δημόσιας γης με την πολιτική των μνημονίων στην Ελλάδα έχουν οργανωθεί και υλοποιούνται από την ίδια την κυβέρνηση / κρατική εξουσία, καταρρίπτοντας αυτή την απλοϊκή ταύτιση. Το πρόβλημα όμως παραμένει γιατί πολλοί και πολλές στην αριστερά πιστεύουν ότι μία αριστερή κυβέρνηση θα αλλάξει αυτόματα τη σχέση προς όφελος των πολιτών. Το σύνταγμα του 1975 και ο αστικός κώδικας διαφοροποιούν την κρατική περιουσία σε «εκτός συναλλαγής δημόσια κοινόχρηστα κτήματα» και σε «ιδιωτική ακίνητη περιουσία του δημοσίου», που είναι αντικείμενο συναλλαγής. Η εκτός συναλλαγής δημόσια γη είναι δυνάμει κοινή γη, αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κοινή κτήση και χρήση. Η εμπειρία έχει δείξει το αντίθετο και οι θεσμικές εκτροπές μετά το 2010 έχουν αμφισβητήσει ακόμη και τη νομοθετική διαφοροποίηση εκτός/εντός συναλλαγής.
Εντούτοις το τι μπορούν να κάνουν τη γη που κατέχουν ιδιώτες και κράτος εξαρτάται από ρυθμίσεις και άυλες σχέσεις (πολεοδομικού, χωροταξικού, περιβαλλοντικού χαρακτήρα). Δεν έχουν πάντα απόλυτη ελευθερία, δηλαδή. Εδώ φυσικά ελέγχεται η ποιότητα και η λειτουργία της δημοκρατίας, αυτή η εντελώς ξεπεσμένη στις μέρες μας έννοια. Επίσης, στον καπιταλισμό, εκτός από ιδιωτική και κρατική ιδιοκτησία, έχουν αναπτυχθεί και ενδιάμεσες μορφές ιδιοκτησίας, όπως οι συνεργατικές στον αγροτικό χώρο και οι καινοτόμες μορφές συνεργατικής-συλλογικής κατοίκησης στις πόλεις. Στην ίδια κατηγορία θα έβαζα και τις καταλήψεις μεγάλων χώρων από εναλλακτικές κοινότητες και τη μετατροπή τους σε κοινωνικά κέντρα παραγωγής και κατοίκησης. Οι χώροι αυτοί σε κάποιους ανήκουν, δεν είναι «κοινοί» χώροι, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι συντελεστές των καταλήψεων.
Ο Δημήτρης Κωτσάκης (1) (2012, σ. 34-37) κάνει μία σημαντική προσπάθεια συγκρότησης της έννοιας της κοινής κτήσης και ορισμού της. Την προσεγγίζει ως τον κοινό τόπο της συλλογικής κτήσης των ιδιωτών (αναφέρεται κυρίως σε συνεργατικές κτήσεις) και στη δημόσια κτήση των πολιτών (αναφέρεται κυρίως στο άρθρο 24 του συντάγματος). Όπως παραδέχεται και ο ίδιος για την ευρύτερη σημασία του κοινού, «το κοινό είναι στην αφετηρία του φανταστικό» (στο ίδιο, σ. 77). Βρίσκω χρήσιμο το φανταστικό ως αφετηρία (προσωπικά θα έλεγα φαντασιακό), δεδομένου ότι δεν υπάρχει πλέον κοινή κτήση γης στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, είναι κάτι που πρέπει να κατακτηθεί εκ νέου. Η κοινή κτήση της γης, ένα πρόταγμα για την αριστερά, μπορεί να αποτελέσει «το οικονομικό θεμέλιο για τη μετάβαση προς μία άλλη κοινωνία» (στο ίδιο, σ. 36), όταν μέσα από αγώνες το φαντασιακό μετατρέπεται σε πραγματικότητα, όπως εξάλλου συμβαίνει με όλα τα αριστερά προτάγματα.
Όσο όμως θα συζητάμε αυτές τις δυσκολίες, οι υφαρπαγές γης θα συνεχίζονται στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο και κάτι πρέπει να κάνουμε. Δεν έχω να προτείνω τίποτα καλύτερο από τις κινηματικές και θεσμικές περιφράξεις της δημόσιας και συνεργατικής κτήσης γης, τη δημοκρατική αντιστροφή της βίαιης πρακτικής που έχουμε βιώσει από την πλευρά του κεφαλαίου και της εξουσίας. Να κρατήσουμε δηλαδή ανοιχτές, σε μελλοντικό χρόνο και χώρο τις δυνατότητες για τη φαντασιακή και ολική κοινή χρήση της γης.

Πρόγραμμα δράσεων του Μπλόκου της Κηρίνθου

ΑΓΡΟΤΟΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΑΝΤΟΥΔΙΟΥ – ΛΙΜΝΗΣ – ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ - ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΕΩΝ   Συνάδελφοι αγρότες, κτηνοτρ...